wrapper

Μηνύματα Σεβασμιωτάτου

Πασχάλιος Ποιμαντορική Εγκύκλιος Σεβ. Μτροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ.

ΠΑΣΧΑΛΙΟΣ ΠΟΙΜΑΝΤΟΡΙΚΗ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ 2020

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ & ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ

Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΠΡΟΣ ΤΟΝ Ι.ΚΛΗΡΟ & ΤΟΝ ΕΥΣΕΒΗ ΛΑΟ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ ΑΥΤΟΥ

 

Ἀδελφοί. Συλλειτουργοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,

 

«ἵνα ὥσπερ Χριστός ἡγέρθη ἐκ νεκρῶν διά τῆς δόξης τοῦ Πατρός, οὕτω καί ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν.» (Ρωμ.6:4)

Ὁ ἀναστάσιμος θρίαμβος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ κατά τῆς ἀδικίας, τῆς βίας, καί γενικότερα κατά τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀσθενείας καί τοῦ θανάτου, ἡ ὁλοκλήρωση τοῦ ἔργου Του ἐπί τῆς γῆς, πρός ἀνακαίνιση τοῦ σύμπαντος κόσμου, γεμίζουν μέ ἀγαλίαση καί πάλι τίς καρδιές μας μέσα στήν καταχνιά τῆς πανδημίας καί τήν ἀποφορά τοῦ θανάτου. Ὁ Χριστός, ὁ «Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Υἱός τοῦ ἀνθρώπου», ὄχι μόνον ὑπέστη τόν φρικτό θάνατο πάνω στόν Σταυρό, ἀλλά τήν τρίτη ἡμέρα ἀναστήθηκε ἐκ νεκρῶν, «διά τῆς ἐνδόξου δυνάμεως τοῦ Πατρός» καί παραμένει γιά πάντα ὁ Ἀναστάς Κύριος. Ἡ Ἀνάσταση σφραγίζει τήν μεγαλειώδη μοναδικότητα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Δισεκατομμύρια ἀνθρώπων πέρασαν· πολλοί κατέπληξαν μέ την εὐφυΐα καί τή δύναμη τους καί ἐνθουσίασαν τά πλήθη. Τελικά  ὅμως, ὅλοι νικήθηκαν ἀπό τόν θάνατο. Ὁ Ἰησοῦς μέ τήν ἑκούσια θυσία καί τήν Ἀνάστασή Του, καταπάτησε τόν θάνατο καί κατήργησε τήν ἐξουσία του. Ἡ Ἐκκλησία, τό μυστικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ζεῖ καί κινεῖται διαχρονικά μέσα στό φῶς τῆς Ἀναστάσεως Του. Ἰδιαίτερα οἱ  Ὀρθόδοξοι πανηγυρίζουμε καί χαιρόμαστε μέ ἔντονο τρόπο τό Πάσχα.

Κατά τήν ὁλόλαμπρη αὐτή ἑορτή, δέν ἀναλογιζόμεθα   ἁπλῶς ἕνα συγκλονιστικό ἱστορικό γεγονός, ἀλλά καλούμεθα νά προχωρήσουμε καί σέ μία ἀνανέωση τῆς πνευματικῆς μας πορείας. Νά πορευθοῦμε σέ μιά νέα ἀνακαινισμένη ζωή. Ἡ ἑορτή τοῦ Πάσχα μᾶς προσκαλεῖ νά συνειδητοποιήσουμε τό βαθύτερο νόημα τοῦ Βαπτίσματός μας. Τό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα τῆς Θείας Λειτουργίας  τοῦ Μ. Σαββάτου διευκρινίζει: «Ὅσοι ἐβαπτίσθημεν εἰς Χριστόν Ἰησοῦν, εἰς τόν θάνατον αὐτοῦ ἐβαπτίσθημεν· συνετάφημεν οὖν αὐτῶ διά τοῦ βαπτίσματος εἰς τόν θάνατον, ἵνα ὥσπερ ἡγέρθη Χριστός ἐκ νεκρῶν διά τῆς δόξης του Πατρός, οὕτω καί ἡμεῖς ἐν καινότητι ζωῆς περιπατήσωμεν.» (Ρωμ. 6:3-4).

Ὁ Ἀναστάς Χριστός μᾶς καλεῖ σέ μιά συνεχῆ ἀνανέωση «εἴ τις ἐν Χριστῷ καινή κτίσις·» (Β΄ Κορ. 5:17). Μᾶς καλεῖ νά ἀνανεώσουμε τήν προσωπική μας σχέση μαζί Του. Ἡ συνεχής πνευματική ἀνακαίνιση εἶναι καθοριστικό στοιχεῖο τῆς χριστιανικῆς ζωῆς. Καλούμεθα νά ἀνανεώσουμε τήν ἐμπιστοσύνη μας στή δύναμη τοῦ Θεοῦ, στήν Πρόνοια καί στό λυτρωτικό σχέδιό Του· ἰδιαίτερα σήμερα μέσα στήν κάμινο τῆς πανδημίας πού γκρεμίζει τήν αὐτονομία μας καί τήν δῆθεν παντοδυναμία μας, νά ἐνισχύσουμε τήν ἀγωνιστικότητά μας γιά τήν ἐπικράτηση τῆς ἀλήθειας καί τῆς δικαιοσύνης, γιά τήν ἐνδυνάμωση τῆς ἀλληλεγγύης καί τῆς ἀγάπης. Μᾶς καλεῖ νά ἀνανεώσουμε τή βεβαιότητα ὅτι ἡ ἐλπίδα τελικά θά διαλύσει τήν ἀπόγνωση, ἡ ζωή θά νικήσει τόν θάνατο.

Ἡ πολυδύναμη αὐτή ἀνανέωση συντελεῖται μέσα σέ πασχαλινή εὐφροσύνη, μέ τήν ἥρεμη χαρά πού ἀκτινοβολεῖ ἡ Ἀνάσταση μέσα μας καί γύρω μας. Οἱ πιστοί, οἱ βαπτισμένοι στό ὅνομα τοῦ Πατρός, τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τήν αἰσθανόμαστε βαθύτερα. Ὅσο δυναμώνει ἡ βεβαιότητά μας στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, τόσο ἡ πασχαλινή ἀνακαίνιση καί ἀγαλλίαση γίνονται ἐντονότερες. Ἀλλά ἡ ἀκτινοβολία τῆς ἀναστάσιμης εὐφροσύνης διαχέεται πολύ εὐρύτερα. Ὅπως τά φωτόνια ξεκινοῦν ἀπό τό ἡλιακό φῶς καί φτάνουν στίς πιό ἀπόμακρες σκοτεινές πτυχές τῆς κτίσεως, ἔτσι καί οἱ φωτεινές ἀνταύγειες τῆς πασχαλινῆς χαρᾶς ἀγγίζουν μυστικά ἀκόμη καί ὅσους στέκουν μακριά ἤ ταλαντεύονται μεταξύ πίστεως καί ὀλιγοπιστίας.

Ἡ πασχαλινή εὐφροσύνη χαρίζεται γιά νά τή μοιραζόμαστε στή συνέχεια καί μέ τούς ἄλλους. Τό πασχαλινό ἔθιμο ἐπιβάλλει μόλις ἀνάβει ἡ λαμπάδα μας νά μεταδίδουμε τή φλόγα της καί σέ ἄλλους. Ἔτσι συμβολίζεται καί τό χρέος τῶν πιστῶν νά μεταδίδουν, ὅπως ὅλοι οἱ Ἀπόστολοι, τή χαρμόσυνη εἴδηση τῆς Ἀναστάσεως. Ὁ Ἀναστάς Κύριος διαβεβαίωσε: «ἐδόθη μοι πᾶσα ἐξουσία ἐν οὐρανῷ καί ἐπί γῆς», καί συμπλήρωσε, «πορευθέντες οὖν μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη...». Ὑπάρχει μία συνέπεια, ἕνα «οὖν» (λοιπόν): Δέν μπορεῖτε νά περιορίζεστε στήν προσωπική σας σωτηρία καί ἀγαλλίαση, ἀλλά ὀφείλετε νά μεταφέρετε τή χαρούμενη εἴδηση σέ ὅσους τήν ἀγνοοῦν. Αὐτή δέν μπορεῖ νά κλειστεῖ καί νά κρατηθεῖ σέ μία μόνο κοινότητα. Προορίζεται γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους, γιά τούς λαούς, γιά τήν ἀνανέωση τῆς οἰκουμένης.

Καί μία ἀκόμη ἀναγκαία ἐπισήμανση: Τό Πάσχα δέν εἶναι μία ἑορτή  περιορισμένη σέ μία μόνον περίοδο τοῦ χρόνου. Ἡ ἀκτινοβολία της διαχέεται σέ ὅλο τό ἔτος. Κάθε Κυριακή, σύμφωνα μέ τήν Ὀρθόδοξη λατρευτική παράδοση, οἱ ὕμνοι, οἱ σκέψεις, ἡ καρδιά μας γεμίζουν καί πάλι ἀπό τό ἄγγελμα τῆς Ἀναστάσεως. Ἡ ἀναστάσιμη πνοή καί τό ἀναστάσιμο ἧθος σφραγίζουν τή χριστιανική ζωή. Ἡ ἀναστάσιμη ἐλπίδα νοηματοδοτεῖ τήν πορεία μας. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι κατ’ ἐξοχήν  Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως.

Ἀδελφοί μου, ἡ λατρευτική ζωή τῶν Ὀρθοδόξων κορυφώνεται στήν ὁλόλαμπρη ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ. Χωρίς τήν Ἀνάσταση, τό κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου καταλήγει σέ μία ἰσχνή δεοντολογία. Μέ τόλμη ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐπισημαίνει τήν ἀλήθεια αὐτή: «Εἰ δέ Χριστός οὐκ ἐγήγερται, κενόν ἆρα τό κήρυγμα ἡμῶν, κενή δέ καί ἡ πίστις ἡμῶν» (Α΄ Κορ. 15:14). Ἡ δυναμική τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος συμπυκνώνεται στό «Χριστός Ἀνέστη!». Ὁ Ἀναστάς Χριστός, ὁ ὁποίος συνέτριψε τοῦ θανάτου τό κράτος, συνεχίζει νά διαλύει κάθε θανατηφόρα πνοή φόβου, ἀδικίας, μίσους, ἀπογοητεύσεως.

Αὐτή τήν ἀλήθεια, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία δέν ἐπιδιώκει νά τήν ἐπιβάλει μέ στεῖρα ἐπιχειρηματολογία. Τήν κάνει γιορτή, τήν χαίρεται, τή ζεῖ τήν ἀναγγέλει: «Ἀνέστη Χριστός ἐκ νεκρῶν, λύσας θανάτου δεσμά, εὐαγγελίζου γῆ χαράν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοί, Θεοῦ τήν δόξαν» (Ἰωάννης Δαμασκηνός). Μέ ρυθμό δοξαστικό καλεῖ τίς ψυχές τῶν πιστῶν νά ἀνανεώνονται, νά ἀναθάλουν, νά αὐξάνουν τίς ἐσωτερικές τους δυνάμεις, νά ἐπιτείνουν τόν πνευματικό τους ἀγῶνα.

Ἡ ἑορτή ὅμως δέν περιορίζεται στήν ἀναγγελία. Προχωρεῖ σέ μία ἐκπληκτική πρόσκληση: Αὐτή τήν διατύπωσε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στήν πρώτη, μετά τήν Ἀνάστασή Του, συνάντηση μέ τούς μαθητές του: «Καθώς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, καγώ πέμπω ὑμᾶς» (Ἰω. 20:21). Οἱ μέρες πού εἶχαν προηγηθεῖ ἧταν γεμάτες πόνο καί ἀβεβαιότητα. Οἱ μαθητές εἶχαν ὁδηγηθεῖ σέ κατάθλιψη καί ἀπόγνωση. Παρά ταῦτα ὁ Ἀναστάς Χριστός δέν περιορίζεται νά τούς ἀναγγείλει τή νίκη Του, πάνω στήν ἀδικία,τό μῖσος, τόν ἴδιο τόν θάνατο, ἀλλά τούς καλεῖ σέ κάτι μοναδικό: νά συμμετάσχουν στό ἔργο Του, στόν ἀγῶνα γιά νά ἐπικρατήσουν ἡ δικαιοσύνη, ἡ καταλλαγή, ἡ ἀξιοπρέπεια, ἡ ἀλληλεγγύη, ἡ Θεία Θεοπρέπεια.

Αὐτή ἡ πρόσκληση, ἡ ἐντολή καί ἡ ὑπόσχεση ἀπευθύνονται στούς Ἀποστόλους, σέ ὁλόκληρη τήν Ἐκκλησία. Τά λυτρωτικά γεγονότα τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως πρέπει νά ἀναγγελθοῦν σέ ὅλη τήν οἰκουμένη. Στήν Ἐκκλησία, τό Μυστικό Σῶμα Του, ἀνατίθεται μέσα στούς αἰῶνες αὐτή ἡ πολυδιάστατη ἀποστολή: «Καθώς ἀπέσταλκέ μέ ὁ πατήρ, καγώ πέμπω ὑμᾶς».

Ἔκτοτε ἡ Μία Ἁγία Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, στήν ὁποία ἀνήκουμε, δέν ζεῖ ἀποκλειστικά γιά τόν ἑαυτό της. Ὅ,τι εἶναι, ὅ,τι κατέχει, ὅ,τι προσφέρει, προορίζεται γιά ὁλόκληρη τήν ἀνθρωπότητα, γιά τήν ἀνύψωση καί τήν ἀνακαίνιση τοῦ κόσμου. Ἡ Ἐκκλησία δέν δικαιοῦται νά γίνει μία κλειστή θρησκευτική κοινότητα «εὐλαβῶν», πού ἀπολαμβάνουν ἀποκλειστικά τά δῶρα τοῦ Θεοῦ. Παραμένει διαχρονικά ἡ εὐχαριστιακή κοινότητα τῶν πιστῶν στόν Χριστό, πού ἀκτινοβολώντας τό δικό Του φῶς ἑορτάζει τήν ἐμπειρία τῆς Ἀναστάσεως, καί τῆς νίκης πάνω στό θάνατο. Μέ αὐτή τήν ἀλήθεια νοηματοδοτεῖ, ζωογονεῖ καί μεταμορφώνει τή ζωή τῆς ἀνθρωπότητος μέ ἐλευθερία καί ἀγάπη.

Ἰδιαίτερα σέ ἐποχές δύσκολες, ὅπως ἡ σημερινή, ὅπου ἡ πανδημία τοῦ κορωνοϊοῦ γεμίζει μέ κατάθλιψη τίς ψυχές μας καί ἡ ἀνησυχία διαχέεται στήν κοινωνία καί ἡ ἀπογοήτευση πιέζει τίς καρδιές, κάθε πιστός καλεῖται νά προσλάβει τό ἀναστάσιμο μήνυμα τῆς χαρᾶς, τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης καί τῆς νίκης νά τό μεταφέρει στούς ἐγγύς καί τούς μακράν. «Δεῦτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ, τῷ συντρίψαντι θανάτου τό κράτος, καί φωτίσαντι ἀνθρώπων τό γένος», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας.

Ἐλᾶτε νά χαροῦμε τήν πίστη μας, στή νίκη τῆς δικαιοσύνης πάνω στήν ἀδικία, τῆς ἀλήθειας πάνω στό ψέμα, τῆς ζωῆς πάνω στό θάνατο.

Ἐλᾶτε νά ζήσουμε βαθύτερα τό μήνυμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

Ἐλᾶτε, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ὡς κύτταρα τοῦ Μυστικοῦ Σώματός Του,  νά συμμετέχουμε στό ἀνακαινιστικό Του ἔργο, στήν προσφορά ἀγάπης, αἰσιοδοξίας καί δημιουργικῆς πνοῆς στήν κοινωνία μας, νά μᾶς χαρίσῃ ὑγεία ψυχῆς καί πνεύματος καί ὑπέρβασι κάθε ἀσθενείας.

Χριστὸς Ἀνέστη! Ἀληθῶς Ἀνέστη!

 

 Μέ θερμές Πατρικές εὐχές

Ο  Μ  Η Τ Ρ Ο Π Ο Λ Ι Τ Η Σ  Σ Α Σ

 + ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Διαβάστε περισσότερα

Μήνυμα Μητροπολίτου Πειραιώς: "Το ταξίδι της Μ.Τεσσαρακοστής πορεία προς το Άγιον Πάσχα".

ΜΗΝΥΜΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗ Μ. ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΠΑΣΧΑ

 

Όταν κάποιος ξεκινάει για ένα ταξίδι θα πρέπει να ξέρει πού πηγαίνει. Αυτὸ συμβαίνει και με τη Μεγάλη Σαρακοστή. Πάνω απ᾿ όλα η Μεγάλη Σαρακοστὴ είναι ένα πνευματικὸ ταξίδι ποὺ προορισμός του είναι το Πάσχα, η Εορτὴ Εορτών. Εἶναι ἡ προετοιμασία γιὰ τὴν «πλήρωση τοῦ Πάσχα, ποὺ εἶναι ἡ πραγματικὴ Ἀποκάλυψη».

Καθὼς το αρχίζουμε, καθὼς κάνουμε το πρώτο βήμα στη «χαρμολύπη» της Μεγάλης Σαρακοστής βλέπουμε μακριά τὸν προορισμό. Είναι η χαρὰ της Λαμπρής, είναι η είσοδος στη δόξα της Βασιλείας. Είναι αυτὸ το όραμα, η πρόγευση του Πάσχα, που κάνει τη λύπη της Μεγάλης Σαρακοστής χαρά, φως, και τη δική μας προσπάθεια μιὰ πνευματικὴ άνοιξη. Η νύχτα μπορεί να είναι σκοτεινὴ και μεγάλη, αλλὰ σε όλο το μήκος του δρόμου μια μυστικὴ και ακτινοβόλα αυγὴ φαίνεται να λάμπει στον ορίζοντα. Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή σκοπό έχει την προετοιμασία του ανθρώπου να συναντήσει και να μοιραστεί με τον μοναδικό στην ανθρώπινη ιστορία νικητή του θανάτου, Αναστημένο Ιησού Χριστό, τον εναθρωπίσαντα Θεό μας, τα δωρήματα και τις ευεργεσίες που απορρέουν από την εκ νεκρών Του Ἀνάσταση, το συγκλονιστικότερο αυτό γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας. Ένα γεγονός που κάθε χρόνο επαναλαμβάνεται σε χρόνο ενεστώτα αφού ο χαρακτήρας του είναι ρεαλιστικός, υπερχρονικός και προσωπικός, δηλαδή κάθε χρόνο ο Χριστός καλείται να πάθει και αναστηθεί για τον κάθε έναν προσωπικά, με σκοπό ελεύθερα να οικειοποιηθεί ο πιστός κάθε εποχής τις οντολογικές ευεργεσίες της νίκης κατά του θανάτου, που αφορούν την ανθρώπινη φύση, δηλαδή τον καθένα προσωπικά. H πίστη μας είναι οτι με το δικό Του θάνατο ο Χριστὸς άλλαξε τη φύση ακριβώς του θανάτου. Τον έκανε πέρασμα -διάβαση, «Πάσχα»- στη Βασιλεία του Θεού μεταμορφώνοντας τη δραματικότερη τραγωδία σε αιώνιο θρίαμβο, σε νίκη. Με το βάπτισμά μας, μας έκανε μέτοχους της Ανάστασής Του «Ἀνέστη Χριστός, καὶ ζωὴ πολιτεύεται. Ἀνέστη Χριστός, καὶ νεκρὸς οὐδεὶς ἐν τῷ μνήματι».

Όμως για να φθάσει κάποιος σε αυτήν την οντολογική μετοχή, των εκ του κενού Τάφου δωρημάτων, χρειάζεται την σχετική προετοιμασία, όπως ο προπονούμενος αθλητής, που αγωνίζεται για την νίκη. Ακολουθούμε την πορεία του Κυρίου μας, αφού της Αναστάσεώς του προηγήθηκε η προδοσία, το πάθος και ο Σταυρός. Εφέτος στον προσωπικό σταυρό του καθενός μας προστέθηκε και ο κορωνοϊός με όλο το θεωρητικό (φοβίες, μοναξιά, εγκλεισμός κλπ) και πραγματικό (αρρώστια, θάνατος) του φορτίο.

Είμαστε τόσο απασχολημένοι, τόσο βυθισμένοι στις καθημερινὲς έγνοιες μας και ακριβώς επειδὴ ξεχνάμε, αποτυχαίνουμε. Μέσα σ αυτὴ τη λησμοσύνη, την αποτυχία και την αμαρτία η ζωή μας γίνεται ξανὰ παλαιὰ, ευτελής, σκοτεινὴ και τελικὰ χωρὶς σημασία, γίνεται ένα χωρὶς νόημα ταξίδι για ένα χωρὶς νόημα τέρμα. Καταφέρνουμε να ξεχνᾶμε ακόμα και το θάνατο και τελικά, εντελώς αιφνιδιαστικά, μέσα στις απολαύσεις της ζωής μας έρχεται τρομακτικός, αναπόφευκτος, παράλογος. Μπορεί κατὰ καιροὺς να παραδεχόμαστε τις ποικίλες αμαρτίες μας και να τις εξομολογούμαστε, όμως εξακολουθούμε να μην αναφέρουμε τη ζωή μας σ᾿ εκείνη τη νέα ζωὴ που ο Χριστὸς αποκάλυψε και μας έδωσε. Πραγματικὰ ζούμε σαν να μην ήρθε ποτὲ Εκείνος. Θα συσταυρωθούμε εφέτος με τον Χριστό, φέροντας εκτός των προσωπικών μας παθών τον εφιάλτη της ανθρωπότητας, που εκτός τις συλλογικές του συνέπειες εξατομικεύεται διαφορετικά στον καθένα διατηρώντας κοινό μόνο τον λοιμογόνο χαρακτήρα του. Το πνεύμα της εποχής μας αυτονομημένο από τον Θεό ανέλαβε να επιλύσει όλα τα προβλήματα του ανθρώπου και να υποκαταστήσει το Θεό. Προσπάθησε να εξομαλύνει τις δυσκολίες της καθημερινότητας και τις μετέτρεψε σε πολύπλοκες. Στην πραγματικότητα κατασκευάστηκε ένας άλλος πύργος της Βαβέλ, ως «δώρον ἀδωρον»,  όπου αποθαυμάζεται το μέγεθος και η φαινομενική δύναμη του, αλλά οι συνέπειες είναι τρομακτικές, διότι το τίμημα είναι η διάλυση της κοινωνίας.

Ο κορωνοϊός αποτελεί στάδιο, όπου καλούμεθα να επιδείξουμε τον αλτρουϊσμό και την αγάπη μας στην πράξη. Αφορά τους πάντες. Ο αυτοπεριορισμός ακόμη και του ανήμπορου γίνεται ευεργεσία για την κοινωνία. Γράφει σε κοντάκιό του ο άγ. Ρωμανός ο μελωδός «Πάσχων πάθος έλυσεν». Το πνεύμα της θυσίας για τους άλλους, που πηγάζει από τον Σταυρό του Χριστού, και το ταλαιπωρημένο άχραντο πρόσωπό Του, μεταλαμπαδεύεται στις ακούραστες προσπάθειες του νοσηλευτικού προσωπικού, των ανθρώπων στα καταστήματα τροφίμων, τα φαρμακεία, στά ΜΜΜ και σε ότι άλλο λειτουργεί για το κοινό όφελος. Όλα αυτά με την ελπίδα της θεραπείας του κορωνοϊού, του περιορισμού της θνητότητας, μιάς ανάστασης πού γεννά ελπίδες, ακόμη αβέβαιες. Σημειώνει ποιητικά ο Ν. Γκάτσος «Πάντα στον κόσμο θα ‘ρχεται Παρασκευή Μεγάλη και κάποιος θα σταυρώνεται για να σωθούν οι άλλοι».

Παράλληλα εγγίζει το Πάσχα, πού προσφυώς από πολλούς αναφέρεται ως Πάσχα των Ελλήνων, αφού ο εορτασμός του Πάσχα στη παράδοσή μας λαμβάνει μέρος των κανονικών του διαστάσεων. Η διάβαση από τον θάνατο στην Ζωή, από την απελπισία στην βεβαιοπιστία, ἀπό την θνητότητα στην αιωνιότητα, από την χοϊκότητα στον αφθαρτισμό, από την ασχήμια στο κάλλος, από την ανυπαρξία στην ύπαρξη εἰναι μερικά μόνο από τα δωρήματά του.

Όσο κι αν είμαστε νεκρωμένοι κι όποια κι αν είναι η κατάντια μας Εκείνος που ήρθε για τους καθημένους «εν χώρα και σκιά θανάτου» θα σπάσει με την δύναμη της αγάπης του την σκληρότητά μας και θα ξεπεταχθεί από τον τάφο Του φωτεινός, γλυκύς, ταπεινός, προσηνής, χαρίζοντάς μας την λυτρωτική Του παρουσία.

Διαβάστε περισσότερα

Η Ιερά Μητρόπολη Πειραιώς τίμησε την Αγία Θ΄ Οικουμενική Σύνοδο

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν

 

 

Η ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ  ΤΙΜΗΣΕ ΤΗΝ ΑΓΙΑ Θ΄ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΣΥΝΟΔΟ 

ΣΤΟΝ  Ι. ΝΑΟ ΑΓΙΟΥ ΝΕΙΛΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ τήν 15/3/2020 Κυριακή B΄ Νηστειῶν ἱερουργῶν στόν Ἱ. Ναό Ἁγ. Nείλου Πειραιῶς ἐτίμησε τή μνήμη τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ Παλαμᾶ καί τήν Θ΄ (9η) Οἰκουμενική Σύνοδο, ἡ ὁποία συνεκλήθη στίς 28 Μαΐου 1351 ἀπό τόν αὐτοκράτορα Ἰωάννη Καντακουζηνό καί τόν πατριάρχη Κων/νουπόλεως Κάλλιστο στά ἀνάκτορα τῶν Βλαχερνῶν, στό Ἀλεξιανό τρίκλινο. Ἔλαβαν μέρος ὁ αὐτοκράτορας Ἰωάννης Καντακουζηνός, ὡς πρόεδρος, ὁ πατριάρχης Κων/νουπόλεως Κάλλιστος, εἰκοσιπέντε μητροπολίτες, πού εἶχαν τή σύμφωνη γνώμη ἄλλων τριῶν, ἑπτά ἐπίσκοποι, ὁ σεβαστοκράτορας Μανουήλ Ἀσάνης, ὁ Ἀνδρόνικος Ἀσάνης, τά μέλη τῆς Συγκλήτου, πολλοί ἄρχοντες, ἡγούμενοι, ἀρχιμανδρίτες, ἱερεῖς, μοναχοί καί πολλοί λαϊκοί. Κλήθηκε, ἐπίσης, νά πάρει μέρος καί ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, ὄχι βέβαια μέ τήν ἰδιότητα τοῦ κατηγορουμένου, ἀλλά τά βέλη ὅλων τῶν ἀντιπάλων στρέφονταν κυρίως ἐναντίον του, γι’αὐτόν τόν λόγο ἀνέλαβε μέ προτροπή τοῦ Αὐτοκράτορα καί τῆς Συνόδου τό βάρος τοῦ ἀγῶνος ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν Ἀκινδυνιστῶν.

Ἡ Σύνοδος, ὕστερα ἀπό σοβαρή, προσεκτική, ψύχραιμη καί σέ βάθος μελέτη, κατεδίκασε καί ἀναθεμάτισε τούς αἱρετικούς Βαρλαάμ Καλαβρό καί Γρηγόριο Ἀκίνδυνο, ἀναγνώρισε τήν διδασκαλία τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ ὡς διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, καί ἐξέδωσε τήν ἀπόφασή Της, τεκμηριώνοντάς την μέ πλῆθος Πατερικῶν μαρτυριῶν, σύμφωνα μέ τήν ὁποία:

α) ὑπάρχει διάκριση ἀνάμεσα στήν θεία οὐσία καί τήν θεία ἐνέργεια,

β) ἡ θεία ἐνέργεια εἶναι ἄκτιστη,

γ) δέν προκύπτει καμμιά σύνθεση στόν Θεό ἀπό αὐτό,

δ) ἡ θεία καί ἄκτιστη ἐνέργεια προσαγορεύεται ἀπό τούς ἁγίους Θεότης,

ε) ὁ Θεός ὑπέρκειται κατ’ οὐσίαν τῆς θείας ἐνεργείας καί

ς) κάθε δημιούργημα μετέχει στήν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ καί ὄχι στήν οὐσία Του.

Ἡ Σύνοδος τοῦ 1351 μ.Χ. ἔχει ὅλα τά χαρακτηριστικά τῆς  Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί εἶναι ἡ Θ΄ (9η) Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας. Διασώζει ὅλα τά ἐξωτερικά καί ἐσωτερικά στοιχεῖα τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου γεγονός πού ἀνεγνώρισε κατ’ οὐσίαν καί ἡ «Σύνοδος» τῆς Κρήτης, διότι α) συνεκλήθη ἀπό τόν αὐτοκράτορα Ἰωάννη Καντακουζηνό, β) εἶχε ὡς ἀντικείμενο σπουδαῖο θέμα, στό ὁποῖο συγκεφαλαιώνεται ὅλη ἡ ὀρθόδοξη θεολογία καί πνευματικότητα, καί στό ὁποῖο συγκρούονται δύο παραδόσεις, ἡ ὀρθόδοξη καί ἡ φραγκολατινική, γ) ἀσχολήθηκε μέ σοβαρό δογματικό θέμα, τό ὁποῖο εἶναι συνέχεια τῶν θεμάτων, πού ἀπασχόλησαν τήν ἀρχαία Ἐκκλησία. Τόν 4ο αἰώνα οἱ ἅγιοι Πατέρες ἀντιμετώπισαν τήν αἵρεση τοῦ Ἀρείου, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι κτίσμα. Καί ἡ Σύνοδος τῆς Κων/νουπόλεως τοῦ ἔτους 1351 μ.Χ. ἀντιμετώπισε τήν αἵρεση τοῦ Βαρλαάμ, ὁ ὁποῖος ἔλεγε ὅτι ἡ ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ εἶναι κτιστή, αἵρεση καί κακοδοξία τήν ὁποία συνεχίζει νά διδάσκει ἡ σχολαστική θεολογία τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη καί τοῦ Ρωμαιοκαθολικισμοῦ. Ἐπίσης, ἀφοῦ ἡ Σύνοδος αὐτή ἀσχολήθηκε μέ τό δόγμα περί τῶν θείων ἐνεργειῶν, φέρεται ὡς συνέχεια τῆς ΣΤ΄ (6ης) Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου (680 μ.Χ.), ἡ ὁποία ἀπεφάνθη ὅτι ὁ Χριστός ἔχει δύο θελήσεις καί δύο ἐνέργειες, θεία καί ἀνθρώπινη, γεγονός πού μνημονεύει ὁ Τόμος τῆς Συνόδου τοῦ ἔτους 1351. Μάλιστα, οἱ αἱρετικοί, τούς ὁποίους κατεδίκασε ἡ Σύνοδος αὐτή, ὅπως λέει ὁ Τόμος Της, εἶναι χειρότεροι τῶν Μονοθελητῶν καί τῶν Μονενεργητῶν, τούς ὁποίους κατεδίκασε ἡ ΣΤ΄ (6η) Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος, δ) ἀποδέχθηκε τίς ἀποφάσεις τῶν προηγουμένων Συνόδων, ε) τεκμηρίωσε ὅλη τήν θεολογία τῶν κειμένων τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τήν διδασκαλία ὅλων τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας, στ) ὁ Τόμος της ὑπογράφτηκε ἀπό ὅλους (Αὐτοκράτορας Ἰωάννης Καντακουζηνός, Πατριάρχης Κων/λεως Κάλλιστος, παριστάμενοι Συνοδικοί, Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Νήφων, Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Λάζαρος, ὑπέρ τούς πενήντα Μητροπολίτες, Ἐπίσκοποι, ὁ Ἰωάννης Παλαιολόγος, ὁ Ματθαῖος Καντακουζηνός), ζ) στό «Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας», πού ἐκφράζει τήν συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας μας, γιά τή νίκη καί τόν θρίαμβο τῶν Ὀρθοδόξων, οἱ ἅγιοι Πατέρες πρόσθεσαν καί τά «Κατά Βαρλαάμ καί Ἀκινδύνου κεφάλαια» τῆς Συνόδου Αὐτῆς, η) ἀνέπτυξε τήν διδασκαλία της ὁ θεούμενος πατήρ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Τήν αὐθεντία τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ὅπως καί τῶν ἄλλων Συνόδων, προσδίδουν κυρίως οἱ θεούμενοι καί θεοφόροι ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι τίς συγκροτοῦν, καί θ) ἡ Σύνοδος αὐτή χαρακτηρίσθηκε ὡς Οἰκουμενική ἀπό πολλούς Πατέρες καί διδασκάλους καί τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεο, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γόρτυνος καί Μεγαλοπόλεως κ. Ἱερεμία, τόν Ἐπίσκοπο κ. Ἀθανάσιο Γιέφτιτς, τόν μακαριστό καθηγητή τῆς δογματικῆς, πρωτοπρεσβύτερο Ἰωάννη Ρωμανίδη, τόν μακαριστό καθηγητή τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, πρωτοπρεσβύτερο Γεώργιο Μεταλληνό κ.ἄ.

Μέ βάση τά παραπάνω δέν πρόκειται γιά κάποια πρωτοτυπία ἤ καινοτομία τό νά ἀποδεχθοῦμε, ὡς Ἱερά Μητρόπολη, ὡς Τοπική Ἐκκλησία, τήν ἐπί ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Σύνοδο τοῦ 1351 μ.Χ. ὡς Οἰκουμενική.

Στό σημεῖο αὐτό κρίνεται ἀναγκαῖο νά ἀναφερθοῦν οἱ κύριες ἰδέες τοῦ ἀπό τή Δύση ἐλθόντος Βαρλαάμ Καλαβροῦ, τήν καταδίκη τῶν ὁποίων ἐπεκύρωσε ἡ ἐν Κων/νουπόλει Σύνοδος τοῦ 1351, σέ ἀντιπαράθεση μέ τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, γιά νά καταδειχθῆ ἡ Σύνοδος αὐτή ὡς Οἰκουμενική.

 

Α) Ἡ ἀποδεικτική καί ἡ διαλεκτική μέθοδος

Ὁ φιλόσοφος Βαρλαάμ στά θεολογικά δόγματα καί θέματα δέν χρησιμοποιοῦσε ἀποδείξεις ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τούς ἁγίους Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἀπό τόν ἀνθρώπινο συλλογισμό, τήν λογική. Ἡ μέθοδος αὐτή ἦταν γνωστή στόν Βαρλαάμ ἀπό τήν Δύση, ἀφοῦ ἀποτελεῖ τό θεμέλιο τῆς σχολαστικῆς «θεολογίας» τοῦ Ἱ. Αὐγουστίνου καί τοῦ Θωμᾶ Ἀκινάτη, καί συνοψίζεται στό ρητό «πιστεύω, γιά νά κατανοήσω». Σύμφωνα μέ τήν ἀρχή αὐτή, πρῶτα δέχεται κανείς τά δόγματα καί ἔπειτα μέ τήν διάνοιά του, ὁπλισμένη μέ τήν φιλοσοφία, ἐμβαθύνει σ’αὐτά καί ἀνακαλύπτει νέα δόγματα, ὅπως οἱ αἱρετικοί παπικοί τήν αἵρεση τοῦ Filioque.

Τόν τρόπο αὐτόν σκέψεως καί ἐνεργείας τοῦ Βαρλαάμ τόν πρόσεξε ἰδιαίτερα ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς. Ὁ ἅγιος χρησιμοποιοῦσε τήν ἀποδεικτική μέθοδο, δηλ. εἰσέφερε στά θεολογικά θέματα ἀποδείξεις ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί τήν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἐνῶ ὁ Βαρλαάμ χρησιμοποιοῦσε τήν διαλεκτική μέθοδο, ἡ ὁποία στηρίζεται στή δύναμη τῆς λογικῆς, στόν ὀρθολογισμό καί κατέληγε σέ πιθανότητες. Στά θεῖα πρέπει νά ἐφαρμόζεται ἡ ἀποδεικτική μέθοδος, ἡ ὁποία στηρίζεται στήν αὐθεντία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, καί βοηθητικῶς μόνο νά χρησιμοποιοῦμε τήν λογική καί τούς φιλοσόφους. Ὁ Βαρλαάμ ἔκανε ἀκριβῶς τό ἀντίθετο. Ὁ βαρλααμισμός, γιά τήν γνώση τοῦ Θεοῦ, προϋποθέτει τήν φιλοσοφία καί τήν γυμνασμένη καί ἰσχυρή λογική. Ὅμως, κατά τήν Ὀρθόδοξη διδασκαλία, τήν ὁποία ἐξέφρασε ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τήν γνώση τοῦ Θεοῦ τήν ἀποκτοῦμε μέ τή μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς ζωῆς καί τῆς διδασκαλίας τῶν ἁγίων Πατέρων καί κυρίως μέ τό βίωμα τῆς μετανοίας μέσα στήν Ἐκκλησία.  

 

Β) Ἡ φιλοσοφία

Ὁ Βαρλαάμ ἔδινε στή φιλοσοφία λυτρωτικό χαρακτήρα καί θεωροῦσε τήν γνώση της ὡς ἀναγκαῖο συμπλήρωμα τῆς θείας Ἀποκαλύψεως. Οἱ φιλόσοφοι, γιά τόν Βαρλαάμ, ἦταν ὅπως οἱ ἅγιοι Προφῆτες καί οἱ Ἀπόστολοι, ἀφοῦ τούς φιλοσόφους τούς χαρακτήριζε ὡς θείους καί φωτισμένους ἀπό τόν Θεό.

Ὅμως, ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στά συγγράμματά του «Ὑπέρ τῶν ἱερῶς ἡσυχαζόντων» ἀπέκλεισε τήν φιλοσοφία ὡς ἀνίσχυρη νά διεισδύσει στόν χῶρο τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καί τήν περιόρισε ὡς χρήσιμη μόνο γιά τά κτιστά.

 

Γ) Ἡ εὐχή τοῦ Ἰησοῦ

Ὁ Βαρλαάμ ἐπιτέθηκε ἀκόμη καί ἐναντίον τῆς εὐχῆς τοῦ Ἰησοῦ, δηλ. τοῦ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, Υἱέ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον μέ τόν ἁμαρτωλόν». Ἡ χρήση τῆς ψυχοσωματικῆς μεθόδου στήν προσευχή ἀπό τούς ἡσυχαστές θεωρήθηκε ἀπό τόν Βαρλαάμ ὡς ἀπόπειρα ἀνατροπῆς τῶν μυστηρίων καί ὡς διδασκαλία ἄγνωστη στούς Πατέρες. Γι’αὐτό κατηγοροῦσε τούς μοναχούς ὡς Βογομίλους καί Μασσαλιανούς, ἐπειδή χρησιμοποιοῦσαν μία εὐχή, ὅπως ἐκεῖνοι (οἱ Μασσαλιανοί) χρησιμοποιοῦσαν μόνο μία εὐχή, τήν Κυριακή προσευχή. Ἐπίσης, τούς κατηγοροῦσε ὅτι ἀρνοῦνται τήν Θεότητα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδή στήν «εὐχή τοῦ Ἰησοῦ» ὁ Χριστός ὀνομάζεται ἁπλῶς Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ὄχι Θεός.

Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς μαζί μέ ἄλλους μοναχούς ἀπέδειξαν α) τήν ἁγιογραφική καί πατερική θεμελίωση τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ, β) ὅτι δέν χρησιμοποιοῦσαν μόνο μία εὐχή, ὅπως οἱ Μασσαλιανοί, ἀλλά καί ὅλες τίς ἄλλες ἐκκλησιαστικές εὐχές καί γ) ὅτι ἡ φράση «Υἱέ Θεοῦ» δέν ἀπέκλειε τήν πίστη στή Θεότητα τοῦ Χριστοῦ. 

 

Δ) Τό Θαβώριο Φῶς

Ὁ Βαρλαάμ ὑποστήριζε ὅτι τό Φῶς τῆς Θείας Μεταμορφώσεως εἶναι κτιστό. Δέν εἶναι ἀπρόσιτο, οὔτε ἀληθινό φῶς τῆς θεότητας, ἀλλά κατώτερο ἀπό τούς ἀγγέλους καί ἀπό αὐτή τήν ἀνθρώπινη νόηση, τά νοήματα καί τά νοούμενα. Εἶναι δηλ. φῶς ὑλικό, πού ἄλλοτε γινόταν ὁρατό μέ τίς αἰσθήσεις καί ἄλλοτε διαλυόταν καί κατέληγε στό «μή εἶναι», διότι ἦταν φθαρτό καί πεπερασμένο.

Σ’ αὐτή τήν αἵρεση, ὅτι δηλ. τό Θαβώριο Φῶς εἶναι κτιστό, ὁδηγήθηκε ὁ Βαρλαάμ, ἐπειδή ταύτιζε τήν ἄκτιστη οὐσία τοῦ Θεοῦ μέ τίς ἄκτιστες ἐνέργειές Του καί ἐπειδή ἀπέδιδε στόν Θεό κτιστές ἐνέργειες. Ὁ Βαρλαάμ δέν δεχόταν ἄκτιστες ἐνέργειες στόν Θεό. Πίστευε ὅτι ὁ Θεός εἶναι οὐσία ἀπρόσιτη καί δέν ἐπικοινωνεῖ προσωπικά μέ τόν ἄνθρωπο. Ἐνεργεῖ στόν κόσμο ὄχι ἄμεσα, ἀλλά ἔμμεσα, μέ κτιστές ἐνέργειες. Γι’ αὐτόν ἡ Θεία Χάρις εἶναι μέγεθος κτιστό, πού τό δημιουργεῖ ὁ Θεός, γιά νά σώσει τόν ἄνθρωπο. Κτιστή εἶναι, ἐπίσης, ἡ Χάρις τῶν Μυστηρίων, ὅπως κτιστό εἶναι καί τό Θαβώριον Φῶς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Χριστοῦ.

Οἱ ἀπόψεις, ὅμως, αὐτές τοῦ Βαρλαάμ γιά τό Θεῖο Φῶς εἶναι κακόδοξες καί ἀντίθετες μέ τήν διδασκαλία τῶν ἁγίων. Μέ ἀναφορά πλήθους πατερικῶν χωρίων ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς καί ἄλλοι μοναχοί ἀπέδειξαν ὅτι τό Φῶς τῆς Θείας Μεταμορφώσεως δέν εἶναι ὑλικό καί πεπερασμένο, δέν εἶναι ἐξωτερική δόξα τοῦ σώματος, ἀλλά δόξα καί λαμπρότητα τῆς ὑποστατικά ἑνωμένης μέ τό σῶμα θεότητας. Δέν εἶναι ἀκόμη τό Φῶς ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἀθέατη καί ἀμέθεκτη, ἀλλά ἐνέργεια καί Χάρις τοῦ Θεοῦ, προσιτή καί μεθεκτή ἀπό τούς ἀξίους. Σύμφωνα μέ τήν Σύνοδο τοῦ 1351, πού εἶναι ἡ Θ΄ (9η) Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος, «ἄκτιστόν ἐστι τό Φῶς τῆς τοῦ Κυρίου Μεταμορφώσεως καί οὐκ ἔστι τοῦτο ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ». Ἐπίσης, σύμφωνα μέ τό Συνοδικό της Ὀρθοδοξίας, τό Φῶς, πού ἔλαμψε κατά τή Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου δέν εἶναι οὔτε κτίσμα οὔτε οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἄκτιστη καί φυσική Χάρις καί ἔλλαμψη καί ἐνέργεια, πού πάντοτε προέρχεται ἀχωρίστως ἀπό τήν θεία οὐσία.

Στήν Ὀρθόδοξη θεολογία ὑπάρχει διάκριση μεταξύ ἀκτίστου οὐσίας τοῦ Θεοῦ καί ἀκτίστων ἐνέργειών Του. Μέ τήν οὐσία, βέβαια, τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία εἶναι παντελῶς ἀκατάληπτη καί ἀνέκφραστη, ὁ πιστός δέν μπορεῖ νά ἔλθει σέ κοινωνία. Ἐπικοινωνεῖ, ὅμως, καί μετέχει τῶν θείων ἐνεργειῶν Του. Αὐτές, ὅπως καί ἡ θεία οὐσία, εἶναι ἄκτιστες καί ἀδημιούργητες. Εἶναι δηλ. κάτι ἄλλο ἀπό τήν θεία οὐσία, ἀλλά ὄχι κάτι ἄλλο ἀπό τήν Θεότητα. Ὁ πιστός, μέ τή μετάνοια, τήν ἄσκηση, τήν προσευχή καί τή συμμετοχή του στή μυστηριακή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, κοινωνεῖ μέ τίς ἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες καί γίνεται «θείας φύσεως κοινωνός». Δηλ. μέ τίς ἄκτιστες θεῖες ἐνέργειες καί κατά τό μέτρο τοῦ πνευματικοῦ του ἀγώνα καθαρίζεται ἡ καρδιά του ἀπό τά πάθη, φωτίζεται ὁ νοῦς καί ἀξιώνεται νά «δεῖ», θεᾶται, μέ τρόπο μυστικό καί ἀπόρρητο, τή θεία δόξα, τό ἄκτιστο Φῶς. Αὐτή εἶναι ἡ ἡσυχαστική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας.

Ὁ Βαρλαάμ, ἐπίσης, θεωροῦσε ὅτι οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἦταν ἀτελεῖς σ’ ἐκείνη τήν ὑπέρτατη θεωρία τῆς Μεταμορφώσεως, ἐξαιτίας τοῦ φόβου, πού δοκίμασαν, ὅταν οἱ Προφῆτες Μωϋσῆς καί Ἠλίας εἰσῆλθαν στή νεφέλη.

Σύμφωνα, ὅμως, μέ τήν Σύνοδο τῆς Κων/λεως τοῦ 1351 καί ὅπως ἐξηγοῦν οἱ ἅγιοι Πατέρες, αὐτός ὁ φόβος, πού ἦταν στενά συνδεδεμένος μέ τήν χαρά, δέν ἦταν δουλικός, ὥστε νά κολασθοῦν καί νά λυπηθοῦν οἱ Ἀπόστολοι, ἀλλά υἱϊκός καί τῶν τελείων. Γιατί, ὑπάρχει ὁ εἰσαγωγικός φόβος καί ὁ φόβος τῶν τελείων. Ἐδῶ πρόκειται γιά χαρά, σεβασμό, προσκύνηση τοῦ μεγάλου μυστηρίου, τοῦ ὁποίου ἀξιώθηκαν νά γίνουν θεατές.

 

Ε) Ἡ κατά Χάριν θέωση

Ὅλα τά παραπάνω ἔχουν σωτηριολογικές προεκτάσεις καί συνέπειες, δηλ. ἔχουν ἄρρηκτη σχέση μέ τήν σωτηρία καί τή ζωή τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ. Γιατί, ἄν ἡ θεία Χάρις εἶναι κτιστή, ὅπως οἱ αἱρετικοί Παπικοί διδάσκουν, ὁ ἄνθρωπος δέν μπορεῖ νά φθάσει στόν ἁγιασμό καί τήν κατά Χάριν θέωση. Καί αὐτό ἐπειδή, ἁπλούστατα, ἕνα κτίσμα – κτιστή ἐνέργεια (Χάρις) – δέν εἶναι δυνατόν νά σώσει, νά λυτρώσει καί νά θεώσει ἄλλο κτίσμα, τόν ἄνθρωπο. Ἔτσι, ὁ Βαρλαάμ καί οἱ Δυτικοί δέν ὁμιλοῦν περί τῆς κατά Χάριν θεώσεως ὡς σκοποῦ τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά μόνον περί τῆς ἠθικῆς τελειώσεώς του. Ὅτι δηλ. ὀφείλουμε νά γίνουμε καλύτεροι ἄνθρωποι ἠθικά (εὐσεβισμός), ὄχι, ὅμως, κατά Χάριν θεοί. Κατά συνέπεια, ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά εἶναι κοινωνία θεώσεως, ἀλλά ἵδρυμα, πού παρέχει στούς ἀνθρώπους τήν δικαίωση κατά ἕνα οὐμανιστικό (ἀνθρωπιστικό), νομικιστικό καί δικανικό τρόπο διά μέσου της κτιστῆς χάριτος. Σέ τελική ἀνάλυση δηλαδή καταλύεται ἡ ἴδια ἡ ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας ὡς πραγματικότητα θεανθρωπίνης κοινωνίας. Ἡ Ὀρθόδοξη, ὅμως, ἐμπειρία καί τό Ὀρθόδοξο βίωμα μιλᾶ γιά κατά Χάριν θέωση τοῦ ἀνθρώπου, γιά ἐξαγιασμό καί γιά κοινωνία θεώσεως, ἡ ὁποία ἀρχίζει ὡς ἀρραβώνας τοῦ Πνεύματος ἀπό τήν παροῦσα ζωή καί συνεχίζεται ἀτελεύτητα ὡς γάμος στήν ἐπουράνιο Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.

Γιά τίς ταραχές πού προκάλεσε ὁ Βαρλαάμ κατά τῶν Ἡσυχαστῶν, συνῆλθε στήν Κων/λη ἡ Σύνοδος τοῦ Ἰουνίου τοῦ 1341, ἡ ὁποία τόν καταδίκασε. Ἐπίσης, τόν Αὔγουστο τοῦ 1341 καί τόν Φεβρουάριο τοῦ 1347 συνῆλθαν ἀκόμη δύο Σύνοδοι στήν Κων/νούπολη, οἱ ὁποῖες κατεδίκασαν τούς ὁμόφρονες διαδόχους τοῦ Βαρλαάμ, Γρηγόριο Ἀκίνδυνο καί Ἰωάννη Καλέκα Πατριάρχη Κων/νουπόλεως. Ἡ Θ΄ (9η) Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος τοῦ 1351 ἐπεκύρωσε τίς ἀποφάσεις τῶν δύο προηγουμένων Συνόδων. Τέλος, τόν Ἀπρίλιο τοῦ 1368 συνῆλθε ἡ τελική Σύνοδος στήν Κων/νούπολη, ἡ ὁποία ἀναθεμάτισε καί καθήρεσε τούς αἱρετικούς Πρόχορο καί Δημήτριο Κυδώνη, Νικηφόρο Γρηγορᾶ καί Γεώργιο Λαπίθη, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τήν ἴδια νόσο μέ τόν Βαρλαάμ καί τόν Ἀκίνδυνο, ἐπεκύρωσε τόν Συνοδικό Τόμο τῆς Θ΄ (9ης) Ἁγίας καί Οἰκουμενικῆς Συνόδου τοῦ 1351 καί κατέταξε τόν Γρηγόριο Παλαμᾶ, Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης μεταξύ τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας.

Τό συμπέρασμα ἀπό ὅλα τά ἀνωτέρω εἶναι, ὅτι ἡ ἐπί Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ Σύνοδος τοῦ 1351 μ.Χ. εἶναι ὄντως ἡ Θ΄ (9η) Ἁγία καί Οἰκουμενική Σύνοδος τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί ἔτσι ἔχει περάσει στήν ἀλάνθαστη συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας.

 

ΕΚ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ

Δείτε πλούσιο φωτογραφικό υλικό ΕΔΩ

Διαβάστε περισσότερα

Ποιμαντορική Εγκύκλιος Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ για την Κυριακή της Ορθοδοξίας.

Π Ο Ι Μ Α Ν Τ Ο Ρ Ι Κ Η   Ε Γ Κ Υ Κ Λ Ι Ο Σ

ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ

ΠΕΙΡΑΙΩΣ, ΦΑΛΗΡΟΥ, ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ & ΑΓ. ΙΩΑΝΝΟΥ ΡΕΝΤΗ

Σ Ε Ρ Α Φ Ε Ι Μ

ΕΠΙ  ΤΗι  ΚΥΡΙΑΚΗι ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ  2020

Τέκνα μου ἀγαπητά καί περιπόθητα,

Σήμερα Α΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία ἑορτάζει μέ κάθε λαμπρότητα τό μεγάλο ἐκκλησιαστικό γεγονός τῆς ἀναστηλώσεως τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων, τό ὁποῖο ἐπισυνέβη τό 843, ἀπό τήν εὐσεβῆ βυζαντινή αὐτοκράτειρα  καί ἁγία της Ἐκκλησίας μας, Θεοδώρα τήν Αὐγούστα καί σήμανε τό πέρας τῆς φοβερῆς εἰκονομαχίας, ἡ ὁποία συντάραξε τήν Ἐκκλησία γιά ἕναν καί πλέον αἰῶνα.

Κοσμικοί ἄρχοντες, διακατεχόμενοι ἀπό κοσμικό φρόνημα καί ἐπηρεασμένοι ἀπό τόν Ἰουδαϊσμό καί τό Ἰσλάμ, θέλησαν νά ἐπιβάλλουν τήν κατάργηση τῶν Ἱερῶν Εἰκόνων ἀπό τή θεία λατρεία, ὡς δῆθεν ἀντιχριστιανική καί δεισιδαίμονα πρακτική. Ἀλλά ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἐκκλησιαστική αὐτοσυνειδησία ἀντιστάθηκε μέ σθένος  καί σέ αὐτή τήν δοκιμασία, ἀναδεικνύοντας πλῆθος ὁμολογητῶν τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἀποφάνθηκε, διά τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (787), πώς ὁ εἰκονισμός δέν εἶναι εἰδωλολατρία, ὅπως ἰσχυρίζονταν οἱ εἰκονομάχοι, ἀλλά ἡ τιμή πρός τίς Ἱερές Εἰκόνες, ὑπερβαίνει τήν ὕλη καί διαβαίνει στό τιμώμενο πρόσωπο. Αὐτό προσκυνεῖται καί τιμᾶται καί ὄχι τό ὑλικό στοιχεῖο, τό ὁποῖο ὅμως, χάρις στό εἰκονιζόμενο πρόσωπο, ἁγιάζεται καί συχνά θαυματουργεῖ.

Ἡ συνοδική καταδίκη της αἱρέσεως τῆς εἰκονομαχίας ἀπό τή χορεία τῶν ἁγίων καί θεοφόρων Πατέρων τῆς Ζ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, σήμανε τήν ὁλοκλήρωση τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας  καί κατά συνέπεια τόν θρίαμβό της, τό θρίαμβο τῆς μόνης σῴζουσας ὀρθοδόξου πίστεως. Δέν βεβαίως τυχαῖο ὅτι οἱ ἅγιοι Πατέρες ὅρισαν νά τιμᾶται τήν Α΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν αὐτός ὁ θρίαμβος, διότι ὁ πνευματικός ἀγῶνας μας δέ μπορεῖ νά εἶναι ξεκομμένος ἀπό τήν ὀρθή πίστη. Ἄλλωστε ἄσκηση καί «πνευματικό ἀγῶνα» ἔχουν καί ἄλλες θρησκευτικές πίστεις, οἱ ὁποῖες ὅμως στεροῦνται τή δυνατότητα τῆς σωτηρίας, διότι τούς λείπει ἡ ἀλήθεια.

Τήν ἁγία αὐτή ἡμέρα ὀφείλουμε νά στοχαστοῦμε καί νά κατανοήσουμε, ὡς συνειδητοί ὀρθόδοξοι χριστιανοί, τή μεγάλη ἀλήθεια, ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία μας εἶναι ἡ μόνη ἀληθινή καί σώζουσα πίστη. Ἡ Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Κι ἀκόμα: ὅτι ἀποκαλεῖται ὡς «ἐκκλησία», ἐκτός της Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας μας, εἶναι σχίσμα καί αἵρεση. Δέν ὑπάρχουν πολλές «ἐκκλησίες», παρά μία, ἡ Ὀρθοδοξία. Ἡ Ἐκκλησία δέν διαιρεῖται, ἀλλά παραμένει ἐσαεί ἀδιαίρετη.  Ὅπως ὁ Χριστός εἶναι ἕνας καί ἀδιαίρετος, κατά τή διαβεβαίωση τοῦ ἀποστόλου Παύλου (Α΄ Κορ.1,10), ἔτσι καί τό σῶμα Του (Κολ.1,7.Ἐφ.5,23), ἡ Ἐκκλησία Του, εἶναι μία καί ἀδιαίρετη. Κατά συνέπεια, ὁ σύγχρονος ὅρος «ἕνωση τῶν Ἐκκλησιῶν» δέν εἶναι ἁπλά ἀδόκιμος, ἀλλά ἀγγίζει τά ὅρια τῆς κακοδοξίας καί τῆς ὕβρεως, διότι ὑποδηλώνει τήν διάσπαση τοῦ κυριακοῦ σώματος, τήν ὕπαρξη πολλῶν «Ἐκκλησιῶν» καί τή ἀνάγκη «συγκολλήσεώς» τους. Ἡ Ὀρθοδοξία μας δέν ἀναγνωρίζει πολλές Ἐκκλησίες», ἀλλά χριστεπώνυμα μέλη, ὁμάδες καί κοινότητες, οἱ ὁποῖες ἀποκόπηκαν ἀπό τήν μία Ἐκκλησία καί ἀπό τίς ὁποῖες ζητᾶ καί ἀναμένει τήν ἐπιστροφή τους.   

Ζοῦμε σέ χρόνους χαλεπούς, σέ καιρούς ἐσχατολογικούς καί ἀποκαλυπτικούς, ὅπου ἡ πνευματική καί ἠθική ἀποστασία ἔχει φτάσει στά ἔσχατα ὅριά της. Κύρια ἔκφανση τῆς ἀποστασίας εἶναι ἡ πνευματική σύγχυση καί ὁ θρησκευτικός συγκρητισμός, τόν ὁποῖο ἐφεῦρε καί ἐπέβαλε ἡ σύγχρονη πνευματική πανώλη, ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Κύριο καί ὀλέθριο δόγμα του καί ἐπιδίωξή του εἶναι ἡ σχετικοποίηση τῆς σώζουσας χριστιανικῆς ἀλήθειας καί ὁ ὑποβιβασμός τῆς Ἐκκλησίας σέ κοσμικό θρησκευτικό μέγεθος, σέ ἕνα ἀπό τά πολλά θρησκεύματα τοῦ κόσμου. Κύρια ἐπιδίωξή του ἡ συνένωσή της μέ τίς αἱρετικές ψευδοεκκλησίες καί στή συνέχεια μέ τίς θρησκεῖες τοῦ κόσμου, γιά τή δημιουργία τῆς ἐφιαλτικῆς πανθρησκείας, τήν θρυλούμενη θρησκεία τοῦ μιαροῦ Ἀντιχρίστου. Αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη, ἴσως ἡ χειρότερη καί πλέον ἐπικίνδυνη πρόκληση τῆς Ἐκκλησίας μας στό δισχιλιόχρονο διάβα τῆς ἱστορίας της.  Μία πρόκληση τήν ὁποία ὀφείλουμε ὡς συνειδητοί πιστοί νά τήν ἀντιμετωπίσουμε μέ τήν δέουσα ἀντίσταση καί τόν ὁμολογητικό ἡρωισμό. 

Ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ σαρκωμένος Θεός μας, ἦρθε στόν κόσμο νά σώσει τό ἀνθρώπινο γένος ἀπό τήν αἰχμαλωσία τοῦ διαβόλου, τό ζυγό τῆς ἁμαρτίας, τή φθορά καί τόν θάνατο καί νά ἀνασυνδέσει τόν ἄνθρωπο μέ τό Θεό. Νά τοῦ ξαναδώσει  τήν υἱοθεσία, κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο (Γαλ.4,4), τήν ὁποία εἶχε ἀπολέσει μέ τήν πτώση του. Τό ἐπί γῆς ἀπολυτρωτικό Του ἔργο συνεχίζεται στούς αἰῶνες μέσῳ τῆς ἁγίας Του Ἐκκλησίας. Μέσα σέ αὐτή, διά τῆς ὀρθῆς πίστεως, τῶν Ἱερῶν Μυστηρίων καί τῶν ἄλλων ἁγιαστικῶν πράξεων, οἱ πιστοί ἑνωμένοι σέ ἕνα σῶμα, τό μυστικό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἁγιαζόμαστε καί σωζόμαστε. Δέν ὑπάρχει ἄλλος τρόπος σωτηρίας, παρά ὁ δρόμος τῆς Ἐκκλησίας. Ἕνας μεγάλος Πατέρας τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Κυπριανός τόνισε πώς «ἐκτός της Ἐκκλησίας δέν ὑπάρχει σωτηρία», ἐκφράζοντας τήν κορυφαία πίστη Τῆς Ἐκκλησίας μας, ὅτι μόνο μέσα σέ Αὐτή ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά σωθεῖ. Εἶναι σοβαρό λάθος νά πιστεύει κάποιος πώς καί ἐκτός της Ἐκκλησίας, ἔστω ὡς καλός ἄνθρωπος, μπορεῖ νά σωθεῖ. Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀποκλειστικά ἀπό τήν πραγματική συσσωμάτωση στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ μας, σῳζόμαστε ὡς ὀργανικά κύτταρα τοῦ Σώματος τοῦ Λυτρωτή μας, πού εἶναι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία.

Ὅμως ὁ διάβολος, ὁ ὁποῖος μισεῖ θανάσιμα τόν ἄνθρωπο, τό κορυφαῖο δημιούργημα τοῦ Θεοῦ, δέ θέλει τή σωτηρία του. Ἐπειδή ἀκριβῶς γνωρίζει ὅτι ὁ ἄνθρωπος σώζεται διά τῆς Ἐκκλησίας, θέλει νά τήν καταργήσει καί ἐπειδή δέ μπορεῖ νά Τήν καταργήσει, ἀποσπᾶ τά ἀνθρώπινα πρόσωπα ἀπό αὐτή. Ὁ τρόπος ἀπόσπασης εἶναι ἡ ἐτεροδιδασκαλία, δηλαδή ἡ αἵρεση, ἡ πίστη σέ ψεύτικες διδασκαλίες, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀντίθετες μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἄλλος τρόπος ἀπόσπασης εἶναι τό σχίσμα, δηλαδή ἡ ἀποκοπή ἀπό τήν Ἐκκλησία γιά ἄλλους λόγους, μή δογματικούς.

Ἀπό τόν 1ο μ.Χ. ἔχουμε τήν ἐμφάνιση τῶν πρώτων αἱρέσεων, ὅπως τῶν Δοκητῶν, τῶν Νικολαϊτῶν, τῶν Γνωστικῶν, τῶν Μαρκιωνιτῶν, τῶν Μοναρχιανῶν, τῶν Μοντανιστῶν,  τῶν Μανιχαίων, κ.ἄ. Τόν 4ο μ.Χ. αἰῶνα ἐμφανίστηκε ἡ φοβερή αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ, ἡ ὁποία συντάραξε τήν Ἐκκλησία. Ἀκολούθησαν οἱ αἱρέσεις τῶν πνευματομάχων, τῶν νεστοριανῶν, τῶν μονοφυσιτῶν, τῶν μονοθελητῶν, τῶν εἰκονομάχων, κλπ.

Ἐξαιτίας τῶν αἱρέσεων, ἡ Ἐκκλησία μας συγκάλεσε τίς ἅγιες Συνόδους (Τοπικές,  Οἰκουμενικές), νά ἀποφανθεῖ τό ἐκκλησιαστικό σῶμα, μέ ἀπόλυτα δημοκρατικές διαδικασίες, γιά τή διατύπωση τῶν δογμάτων Της, ἐπικαλούμενη τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Η Α΄ καί ἡ Β΄ Οἰκουμενικές Σύνοδοι συνέταξαν τό Ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως, τό γνωστό μας «Πιστεύω», ὡς σύνοψη τῆς δογματικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας μας. Γιά νά εἶναι κανείς χριστιανός εἶναι ὑποχρεωμένος νά ὁμολογεῖ καί νά ἀπαγγέλλει συχνά τό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Τό ἀπαγγέλλουμε ὅλοι οἱ πιστοί σέ κάθε Θεία Λειτουργία, ὡς ὁμολογία ὀρθῆς πίστεως, προκειμένου νά μεταλάβουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ὅποια πρόσωπα ἤ ὁμάδες δέν ὁμολογοῦν τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, ἤ τό παραχαράσσουν, δέ λογίζονται μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί ἀποκόπτονται αὐτοδίκαια ἀπό Αὐτή, ἀφορίζονται, ἀπομακρύνονται ὡς «σάπια μέλη», προκειμένου νά μήν μολύνουν καί τά ὑγιῆ μέλη. Αὐτό σημαίνει πώς ἡ ἀλήθεια καί ἡ αὐθεντικότητα τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἀπόλυτα φιλτραρισμένες μέσα στή δισχιλιόχρονη πορεία Της. Τά πρόσωπα μποροῦν νά σφάλουν, ὄχι ὅμως ἡ Ἐκκλησία!

Ἡ μεγάλη ἀποτείχιση (ἀποκοπή) ἀπό τήν Ἐκκλησία ἔγινε τό 1054, ὅταν ὁ Πάπας τῆς Ρώμης, δηλαδή ὁ πατριάρχης τῆς Δύσεως, ἀπέκοψε τή δυτική Ἐκκλησία ἀπό τόν ἑνιαῖο καί ἀδιαίρετο κορμό τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας καί ἀποτέλεσε, ὡς τά σήμερα, τήν αἱρετική καί σχισματική παπική «ἐκκλησία», ἀκολουθώντας πάμπολλες κακοδοξίες (Φιλιόκβε, κτιστή χάρις, καθαρτήριο, ἀλάθητο καί πρωτεῖο τοῦ Πάπα, κλπ) καί ἀντορθόδοξες πρακτικές (Ἱερά Ἐξέταση, θρησκευτικοί πόλεμοι, συγχωροχάρτια, κρατική ὀντότητα, κλπ). Στή συνέχεια, τόν 16ο αἰῶνα ἡ αἱρετική καί σχισματική παπική «ἐκκλησία» διασπάστηκε καί ἀπό τή διάσπαση αὐτή προῆλθε ὁ Προτεσταντισμός, ὁ ὁποῖος προχώρησε σέ ἀκόμη μεγαλύτερες κακοδοξίες. Σέ ἐλάχιστο χρόνο ἄρχισε νά διασπᾶται καί ὁ Προτεσταντισμός σέ ἄλλες ὁμάδες, τίς ὁποῖες οἱ ἴδιοι ἀποκαλοῦν «ἐκκλησίες». Ὁ κατακερματισμός τοῦ Προτεσταντισμοῦ συνεχίζεται ὡς τίς μέρες μας, ὥστε σήμερα νά ἀριθμοῦνται περισσότερες ἀπό 3000 προτεσταντικές ὁμάδες- ὁμολογίες – «ἐκκλησίες», σφόδρα ἀντιτιθέμενες μεταξύ τους!

Ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, προκειμένου νά διαφυλάξει τούς πιστούς Της ἀπό τίς μυριάδες αἱρέσεις, οἱ ὁποῖες αὐτοαποκαλοῦνται «Ἐκκλησίες», ὅρισε νά ὀνομάζεται Ὀρθόδοξη, πού σημαίνει τήν ὀρθῶς φρονοῦσα καί διδάσκουσα τίς σωτήριες διδασκαλίες τῆς ἁγίας Γραφῆς, ὅπως τίς ὅρισε ἡ ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ἐκκλησιαστική αὐτοσυνειδησία, ὅπως τίς κατανόησαν οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι μέ συλλογικές, δηλαδή συνοδικές ἀποφάσεις, διατύπωσαν τό δόγμα. Μετά τή μεγάλη ἀποτείχιση τοῦ Παπισμοῦ ἡ Ἐκκλησία μᾶς ὀνομάζεται Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία, προκειμένου νά μήν ὑπάρχει σύγχυση μέ τήν παπική «ἐκκλησία», ἡ ὁποία σφετερίζεται τήν ἀρχαία ὀνομασία τῆς Ἐκκλησίας «Καθολική».

Ἐμεῖς οἱ πιστοί της Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας πιστεύουμε καί ὁμολογοῦμε (πρέπει νά πιστεύουμε καί νά ὁμολογοῦμε) ὅτι ἀνήκουμε στήν ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὄχι αὐθαίρετα, ἀλλά βάσει στοιχείων, ἤτοι:

Ὁ Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός δέν ἵδρυσε πολλές Ἐκκλησίες, ἀλλά μία, ὅπως ἕνα εἶναι καί τό θεανδρικό Τοῦ Πρόσωπο, ἕνα καί τό τίμιο Σῶμα Του, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ τήν Ἐκκλησία Του, τῆς ὁποίας Αὐτός εἶναι ἡ κεφαλή καί μέλη Της οἱ πιστοί ὅλων τῶν ἐποχῶν. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε στούς Κορινθίους πώς ὁ Χριστός δέν διαμοιράζεται (Α΄Κορ.1,13) καί ἄρα δέν διασπᾶται τό Σῶμα Του, δηλαδή ἡ Ἐκκλησία καί στούς Ἐφεσίους πώς καμιά κηλῖδα δέ μπορεῖ νά τήν σπιλώσει (Ἔφ.5,27). Ἡ Ἐκκλησία δέν σφάλει, διότι τά ἐνοικοῦν σέ Αὐτή Ἅγιο Πνεῦμα Τήν ὁδηγεῖ «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» (Ἰωάν.16,13).  Ἐφ’ ὅσον λοιπόν ἡ Ἐκκλησία εἶναι Μία, πιστεύουμε καί ὁμολογοῦμε ὅτι αὐτή εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία μας, διότι μόνον αὐτή παραμένει πιστή καί χωρίς τήν παραμικρή ἀλλοίωση, παραχάραξη ἤ προσθαφαίρεση, στήν ἀρχέγονη ἀποστολική πίστη.

Ἡ Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία μας δέν προῆλθε ἀπό καμία διάσπαση ὡς τά σήμερα, ἀλλά εἶναι ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία πού ἵδρυσε ὁ Χριστός, πού θεμελίωσε τό Ἅγιο Πνεῦμα, πού διέδωσαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι καί διατήρησαν οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι Πατέρες ἀλώβητη καί ἀπαραχάρακτη τή διδασκαλία Της στό διάβα τῶν αἰώνων, χωρίς τήν παραμικρή προσθαφαίρεση. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη μας εἶναι ἡ πίστη τῶν ἁγίων Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων.

Μόνη Αὐτή ὁμολογεῖ τό Ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως ἀπαρέγκλιτα, χωρίς καμιά προσθαφαίρεση, ἤ παραποίηση, ὅπως τό διατύπωσαν οἱ δύο πρῶτες Οἰκουμενικές Σύνοδοι καί τό κατανόησαν οἱ θεοφόροι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Τόσο ὁ Παπισμός, ὅσο καί ὁ Προτεσταντισμός «ὁμολογοῦν» παραποιημένο τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, μέ τήν προσθήκη τῆς αἱρέσεως τοῦ Φιλιόκβε.

Ἡ Ὀρθοδοξία μας εἶναι ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, διότι οἱ Ἐπίσκοποί Της ἕλκουν ἀποδεδειγμένα τή διαδοχή ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους, μέ πραγματικούς καταλόγους, πού ἀνάγονται ἀδιάκοπα σ’ αὐτούς. Εἶναι γνωστό πώς οἱ ἐπίσκοποι ὑπόσχονται κατά τή χειροτονία τους νά εἶναι θεματοφύλακες τῆς γνήσιας διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, ἐνῷ σέ περίπτωση παρέκκλισης ἀπό αὐτή καθίστανται ἔκπτωτοι. Ἔτσι ἡ ἱεροσύνη στήν Ἐκκλησία μας δέν εἶναι μόνον διαδοχή τῆς ἱερατικῆς χάριτος, ἀλλά καί διαδοχή γνησιότητας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀλήθειας.

 Κατόπιν αὐτοῦ ἐμεῖς οἱ πιστοί, τά συνειδητά μέλη τῆς ἀληθινῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, θά πρέπει νά ἔχουμε ὑπόψη μᾶς τά ἑξῆς σημαντικά:

Ἡ ἀληθινή Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος Καθολική Ἐκκλησία μας, ἐνῷ ὅ,τι ὀνομάζεται «Ἐκκλησία» ἐκτός της Ὀρθοδοξίας μας εἶναι αἵρεση.

Ἡ σωτηρία μας ἐξαρτᾶται ἀπόλυτα ἀπό τή συνειδητή μας θέση στήν Ὀρθόδοξη Καθολική Ἐκκλησία καί τήν ἀποδοχή τῶν σωτήριων ἀληθειῶν Της. Ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει σωτηρία.

Οἱ αἱρετικοί δέν εἶναι ἐχθροί μας, ἀλλά πλανεμένοι ἀδελφοί μας. Ἔτσι δέν πρέπει νά τούς μισοῦμε, ἀλλά νά τούς ἀγαπᾶμε, νά τούς συμπονοῦμε, νά προσευχόμαστε γιά τήν ἐπιστροφή τους στήν Ἐκκλησία μας καί, ἐφόσον μποροῦμε, νά τούς νουθετοῦμε μέ πνεῦμα ἀγάπης. Οἱ ἅγιοι Πατέρες εἶχαν ὡς ἀρχή τους: ἀγάπη πρός τόν αἱρετικό, ἀποστροφή πρός τήν αἵρεση. Ἡ ἀγάπη μας πρός τούς αἱρετικούς, καί ἡ ὅποια κατανόηση πρός αὐτούς, δέ θά πρέπει νά συνοδεύεται ἀπό τήν παραμικρή ἔκπτωση ἀπό τήν Ὀρθοδοξία μας.

Ἄν θέλουμε, λοιπόν, νά εἴμαστε συνειδητοί καί συνεπεῖς ὀρθόδοξοι χριστιανοί, πρέπει νά κλείσουμε ἑρμητικά τά αὐτιά μας στήν πλημμυρίδα τῶν σύγχρονων κακοδοξιῶν. Νά μήν πιστέψουμε στήν φοβερή δαιμονική πλάνη, ὅτι δῆθεν ὑπάρχει σωτηρία καί στίς αἱρέσεις, τίς ὁποῖες δέν ἀποκαλοῦν πιά, οἱ θιασῶτες τῆς λεγομένης Οἰκουμενικῆς Κινήσεως, ὡς ὄφειλαν, «αἱρετικές κοινότητες», ἀλλά «ἑτερόδοξες Ἐκκλησίες», πού σημαίνει (κατ’ αὐτούς) ὅτι αὐτές εἶναι «ἐκκλησίες», ὅπως ἡ Ὀρθοδοξία μας, μέ ἑτέρα (διαφορετική) δόξα (διδασκαλία), ὄχι ὑποχρεωτικά κακόδοξη. Τίς πλάνες τῶν αἱρετικῶν δέν τίς ἀποκαλοῦν πιά αἱρέσεις (ἡ λέξη αὐτή ἔχει ἀπαλειφτεῖ ἀπό τό λεξιλόγιό τους), ἀλλά «διαφορετική παράδοση»! Δυστυχῶς αὐτή ἡ λέξη καί ἔννοια ἀπαλείφτηκε καί ἀπό τήν «Σύνοδο» τῆς Κρήτης τοῦ 2016, ἡ ὁποία ὄφειλε νά καταγνώσει καί νά καταδικάσει τήν πλειάδα τῶν συγχρόνων αἱρέσεων καί κακοδοξιῶν.

Αὐτή εἶναι ἡ πεμπτουσία τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, τῆς χείριστης αἵρεσης ὅλων τῶν ἐποχῶν, τῆς παναιρέσεως, κατά τόν ἅγιο καί θεοφόρο Ἰουστίνο Πόποβιτς, τῆς τελευταίας, κατά τόν μακαριστό π. Ἀθανάσιο Μυτιληναῖο, αἱρέσεως πρίν τό τέλος, ἡ ὁποία θά ἀποτελέσει τόν πρόδρομο τοῦ Ἀντιχρίστου.  Αὐτός προωθεῖ τόν λεγόμενο θρησκευτικό συγκρητισμό, δηλαδή τήν ἀνάμειξη τῆς ἀλήθειας μέ τό ψεῦδος, ὥστε αὐτή νά χαθεῖ στόν κυκεῶνα τῶν πλανῶν, στήν ἐφιαλτική πανθρησκεία, ἡ ὁποία προωθεῖται πυρετωδῶς ἀπό ἀφανῆ διεθνῆ κέντρα. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς παραγγέλλει, μέ τόν πλέον κατηγορηματικό καί δραματικό τρόπο:  «Μή γίνεσθε ἐτεροζυγοῦντες ἀπίστοις! Τίς γάρ μετοχή δικαιοσύνη καί ἀνομία; τίς δέ κοινωνία φωτί πρός σκότος; τίς δέ συμφώνησις Χριστῷ πρός Βελίαλ; ἤ τίς μερίς πιστῶ μετά ἀπίστου;» (Β΄Κορ.6,14-15). Γι’ αὐτή τήν σώζουσα ἀλήθεια τῆς Ἐκκλησίας μας καί τή μαρτυρία τους γιά τό Χριστό ἔχυσαν τό αἷμα τούς οἱ μυριάδες Μάρτυρες. Γιά τή διαφύλαξη αὐτῆς τῆς ἀμώμητης ἀλήθειας ἔδωσαν οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι Πατέρες  τιτάνιους ὁμολογιακούς ἀγῶνες. Γι’ αὐτή τήν μοναδική πίστη, ἀγωνίστηκαν καί οἱ ἅγιοι Πατέρες κατά τῆς πλάνης τῆς εἰκονομαχίας, γιά νά μήν μεταλλαχτεῖ ἡ Ἐκκλησία μας σέ ἰουδαϊκή, ἤ ἰσλαμική θρησκεία. Γιά τοῦτο ὀφείλουμε καί ἐμεῖς οἱ σημερινοί πιστοί, νά ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμά τους, νά ἔχουμε ὀρθή πίστη, νά τήν διατηρήσουμε ἀλώβητη καί νά τήν παραδώσουμε ἀκέραια, ὡς πολύτιμη παρακαταθήκη καί θησαυρό ἀδαπάνητο, στίς ἑπόμενες γενιές!  Μόνο ἔτσι θά ἔχουμε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας καί τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας μας, καθότι, σύμφωνα μέ τήν διαβεβαίωση τοῦ Χριστοῦ μας, «Πᾶς ὅστις ὁμολογήσει ἐν ἐμοί ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων ὁμολογήσω κἀγῶ ἐν αὐτῷ ἔμπροσθεν τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς» (Ματθ.10,32). Καί φυσικά ἡ ὁμολογία αὐτή συνίσταται ἀπό τό σύνολο τῶν ἀληθειῶν Του, οἱ ὁποῖες ἔχουν ἀπόλυτα σώζοντα χαρακτῆρα!

Ἔτη πολλά καί εὔδρομος ἡ ἀρξαμένη Ἁγία καί Μεγάλη Τεσσαρακοστή!

 

Μετά πατρικῶν εὐχῶν

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΑΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

Διαβάστε περισσότερα

Στον ιστοτόπο αυτό...

 ... μπορείτε να ενημερώνεστε για θέματα τύπου σχετικά με την Ποιμαντική, Ιεραποστολική, Φιλανθρωπική, Νεανική και λοιπή δραστηριότητα της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς.

Ο Διευθυντής  Ιδιαιτέρου Γραφείου Σεβασμιωτάτου, Γραφείου Τύπου και Δημοσίων Σχέσεων

Δημήτριος Αλφιέρης  

Επικοινωνία

 Διεύθυνση

  • Ακτή Θεμιστοκλέους 190

  • ΤΚ 185-39

  • Πειραιάς

Τηλεφωνικό κέντρο

  • 2104514833

Email Επικοινωνίας

  • Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.